Πώς αφαιρώ το ρετσίνι από το χρώμα του αμαξιου
- 14 Απριλίου, 2021
- Uncategorized
- Posted by supercars
- Leave your thoughts
Μπορεί να μην το προσέξατε κατά την ώρα που παρκάρατε το αυτοκίνητό σας και απομακρυνθήκατε αλλά πάνω από το αγαπημένο σας τετράτροχο βρισκόταν ένα κλαδί δέντρου. Τα σημάδια που είναι πιθανό να δείτε όταν επιστρέψετε προς το όχημα, θα κάνουν αισθητή την παρουσία του «εχθρού» που «επιτίθεται» στη βαφή του οχήματος από ψηλά.
Σημάδια, στίγματα, μικρές πιτσιλιές ή σταγόνες ολόκληρες από ρετσίνι και άλλα παχύρρευστα υγρά, είναι σύνηθες φαινόμενο πάνω σε ένα αυτοκίνητο που δε φυλάσσεται σε γκαράζ. Επειδή δεν έχουμε όμως όλοι τη δυνατότητα να στεγάζουμε σε κλειστό χώρο το όχημά μας, πρέπει να έχουμε μια ελάχιστη γνώση πάνω στην –όχι εύκολη- διαδικασία αφαίρεσης του ρετσινιού.
Το ρετσίνι είναι μια κολλώδης και ημιδιάφανη ουσία με κιτρινωπό ή κεχριμπαρένιο χρώμα η οποία εκκρίνεται από συγκεκριμένα είδη δέντρων. Πρόκειται ουσιαστικά για μια έκκριση υδρογονανθράκων, οπότε καταλαβαίνει κανείς ότι η επαφή με τη βαφή του αυτοκινήτου μας δε μπορεί να είναι κάτι ευπρόσδεκτο. Το ρετσίνι θα σκληρύνει αν μείνει για αρκετό χρονικό διάστημα πάνω στο αυτοκίνητο και σε συνδυασμό με ρύπους και σκόνες από τον ατμοσφαιρικό αέρα, μπορεί να γίνει και πιο σκουρόχρωμο. Ο κίνδυνος βεβαια δεν αφορά μόνο το οπτικό κομμάτι. Το ρετσίνι ειδικά σε υψηλές ατμοσφαιρικές θερμοκρασίες θα εισχωρήσει στα ανώτερα στρώματα της βαφής και κυρίως το διάφανο κομμάτι της επίστρωσης και θα το φθείρει. Σε πιο προχωρημένες περιπτώσεις η θαμπάδα μπορεί να μετατραπεί σε σπάσιμο της βαφής.
Η δράση μας απέναντι στις εκκρίσεις ρετσινιού πρέπει να είναι άμεση. Πρέπει να εκμεταλλευτούμε την κολλώδη υφή του υγρού και το ιξώδες προτού περάσουν οι μέρες και σκληρύνει η μορφή του. Αν αργήσουμε, η διαχείριση της ζημιάς θα είναι πιο δύσκολη από ότι ούτως ή άλλως είναι, γιατί αν «πετρώσει» το υγρό, δε θα μπορούμε να το κάνουμε να μετακινηθεί και εν τέλει να απομακρυνθεί. Πρώτη κίνηση λοιπόν είναι το πλύσιμο του αυτοκινήτου. Δεν είναι σίγουρο ότι θα δώσει λύση, ωστόσο αν έχει περάσει μικρό χρονικό διάστημα μπορεί να φανεί πολύ χρήσιμο και να διώξει σε μεγάλο βαθμό το ρετσίνι ώστε να μη χρειαστεί κάτι περισσότερο. Οικιακό ή επαγγελματικό πλύσιμο, ξεκινήστε από αυτό.
Στο εμπόριο υπάρχουν χημικά τα οποία έχουν σύνθεση η οποία υπόσχεται την άμεση απομάκρυνση του ρετσινιού και άλλων τέτοιων εκκρίσεων ή στιγμάτων πίσσας κλπ.. Οι συσκευασίες και οι τιμές ποικίλουν, ωστόσο με μια πρώτη έρευνα στο ίντερνετ θα δει κανείς ότι δεν υπάρχει πανάκεια για την αντιμετώπιση του ρετσινιού και κάτοχοι αυτοκινήτων παραπονιούνται ότι δεν βρήκαν λύση είτε με χημικό του εμπορίου είτε με κάποια άλλη οικιακή λύση. Εμείς θα εστιάσουμε στη δεύτερη επιλογή και θα προτείνουμε το οινόπνευμα ως πρώτο βήμα.
Η διαδικασία αφαίρεσης είναι απλή και χωρίζεται σε τρία βασικά βήματα:
• Μουσκεύουμε ένα μαλακό πανί με οινόπνευμα και το ακουμπάμε απαλά πάνω στο σημείο με το ρετσίνι προκειμένου να μουλιάσει και να μαλακώσει κατά το δυνατόν.
• Μόλις δούμε ότι έχει μουλιάσει και το ρετσίνι έχει αρχίσει να αποκτά μια σχετική κινητικότητα, παίρνουμε μια πλαστική σπάτουλα και αρχίζουμε να το ανασηκώνουμε σιγά-σιγά και να το αφαιρούμε. Προσοχή: οι κινήσεις πρέπει να είναι απαλές ενώ η σπάτουλα πρέπει να έχει καμπύλες και όχι πολύ αιχμηρές άκρες, ώστε να μην προκληθεί ζημιά στη βαφή. Στο ίντερνετ θα δείτε ότι κάποιοι προτείνουν μέχρι και λεπίδα ξυραφιού για αυτή τη δουλειά. Εμείς θα λέγαμε να κινηθείτε πιο συγκρατημένα. Το δε οινόπνευμα θέλει προσοχή στην ποσότητα για να μη σας εξατμίζεται γρήγορα. ¶λλα υλικά που είδαμε μέσω έρευνας ότι χρησιμοποιούν οι κάτοχοι οχημάτων είναι το ελαιόλαδο.
• Τρίτο βήμα είναι το πέρασμα της περιοχής με νωπό πανί σε άμεσο χρόνο μετά την αφαίρεση του ρετσινιού. Στόχος είναι εδώ να μη μείνει θαμπάδα από την προηγούμενη διαδικασία. Να σημειωθεί ότι ο κίνδυνος αυτός είναι ορατός ούτως ή άλλως και πρέπει να είστε έτοιμοι να δεχτείτε ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Η ολοκλήρωση της δουλειάς απαιτεί πέρασμα με γυαλιστική αλοιφή. Βασικός σκοπός εδώ είναι να φύγει η θαμπάδα, να ζωντανέψει το χρώμα και να λειανθεί λίγο το ανώτερο στρώμα που καλύπτει το αμάξωμα. Εδώ οπωσδήποτε θα χρειαστείτε εξειδικευμένο προϊόν επάλειψης και φυσικά θα πρέπει να ακολουθήσετε τις οδηγίες χρήσης αλλά και προφύλαξης, όπως τις αναγράφει ο κάθε κατασκευαστής στη συσκευασία.
• Στο σύνολό της, η όποια επεξεργασία πρέπει να γίνεται με ειδικά υλικά, κατάλληλα για κάθε τύπο βαφής, ώστε να μην χαλάσουμε τελικά το χρώμα.
• Το γυάλισμα του αυτοκινήτου, δεν θα πρέπει να γίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα σε αντίθεση με το κέρωμα, το οποίο καλό θα είναι να πραγματοποιείται 3-4 φορές το χρόνο.
• Το συχνό κέρωμα μπορεί πολλές φορές να αποτρέψει μακροχρόνια, τη διαδικασία του γυαλίσματος.
Kαι μια και φτάσαμε σε θέματα προστασίας της βαφής καλό είναι να ασχοληθούμε λίγο με το γυάλισμα και το κέρωμα. Ας δούμε απαντήσεις σε μερικές βασικές ερωτήσεις.
Τι ακριβώς κάνουν και τι διαφορές έχουν;
Το γυάλισμα και το κέρωμα του αυτοκινήτου συχνά συγχέονται ως έννοιες, παρότι στην πράξη, πρόκειται για δύο διαδικασίες που είναι εντελώς διαφορετικές και παράγουν διαφορετικά αποτελέσματα.
Το γυάλισμα είναι μια ήπια στιλβωτική διαδικασία που χρησιμοποιείται για να διορθώσει ελαττώματα βαφής και βοηθάει στη λείανση της βαμμένης επιφάνειας ενώ την κάνει να γυαλίζει.
Από την άλλη, το κέρωμα είναι μια λειαντική επίστρωση, η οποία προστατεύει τη βαφή από σκόνη, βρωμιά και ακτινοβολία.
Πώς βοηθά το καθένα το χρώμα του αυτοκινήτου;
Κάθε φορά που πραγματοποιούμε ένα γυάλισμα, αφαιρούμε μια επίστρωση βαφής και άρα αυτή η μέθοδος θα πρέπει να εφαρμόζεται, είτε όταν το χρώμα του οχήματος έχει αρχίσει να ξεθωριάζει με τη πάροδο του χρόνου είτε όταν θέλουμε να καλύψουμε ατέλειες ή γρατζουνιές του αμαξώματος.
Αντιθέτως, με το κέρωμα προσθέτουμε μία στρώση στην επιφάνεια του αμαξώματος και επομένως το κέρωμα μπορεί να αποτελέσει και το επόμενο «βήμα» του γυαλίσματος σε ένα αυτοκίνητο, ενισχύοντας την εμφάνιση και την προστασία του.
Τι πρέπει να επιλέξω σε κάθε περίπτωση;
Όσον αφορά την επιλογή ανάμεσα στα δύο, σημαντικό ρόλο παίζει η κατάσταση της επιφάνειας του αυτοκινήτου, αφού αν είναι λεία τότε η φθορά βρίσκεται στο υπόστρωμα και χρειάζεται γυάλισμα, ενώ αντίστοιχα, αν η επιφάνεια είναι πιο «άγρια» τότε ένα απλό κέρωμα είναι συνήθως αρκετό.